Στις 16 Φεβορυαρίου έφυγε από τη ζωή ο καθηγητής Σάββας Αγουρίδης, σπουδαίος θεολόγος και πολίτης με κοινωνικές και πολιτικές ευαισθησίες. Η συμβολή του στην μελέτη της Καινής Διαθήκης, το ανοιχτό και γόνιμο πνεύμα με το οποίο συνομιλούσε με άλλα χριστιανικά δόγματα αλλά και οι προβληματισμοί για μεγάλα ζητήματα της εποχής μας, όπως οι έρευνες της γενετικής, τα όρια της επιστήμης, η βιοηθική κτλ. αφήνουν πίσω του ένα σημαντικό έργο, που δείχνει πόσο ενδιαφέροντες δρόμους μπορεί να πάρει η σύγχρονη θρησκευτική σκέψη. Στα κείμενα που ακολουθούν δυο εκλεκτοί συνάδελφοί του, η κ. Μυρτώ Δραγώνα – Μονάχου, καθηγήτρια Φιλοσοφίας, και ο κ. Μάριος Μπέγζος, καθηγητής Φιλοσοφίας της Θρησκείας, παρουσιάζουν πτυχές της προσωπικότητας και του έργου του.

Μαρώ Τριανταφύλλου

Του
Μάριου Μπέγζου*

Ο αρχαιότερος πανεπιστημιακός θεολόγος της Ελλάδας,  ο γνωστότερος στην κοινή γνώμη του τόπου μας και  ο δημοφιλέστερος για την κοινωνική του ευαισθησία λόγιος πιστός στην χώρα μας υπήρξε ο Σάββας Αγουρίδης που μας «άφησε» την 15η Φεβρουαρίου 2009. Γεννημένος στην Αθήνα την 29η Νοεμβρίου 1921 σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1938-1943), μετεκπαιδεύθηκε στις Η.Π.Α. (1947-1950), όπου απόκτησε διδακτορικό δίπλωμα (1950) στο Duke University της Βόρειας Καρολίνας, και ολοκλήρωσε την εξειδίκευσή του στην Καινή Διαθήκη με την διατριβή του για διδακτορία (1954) και για υφηγεσία (1955)  στην Αθήνα. Σταδιοδρόμησε ως καθηγητής πανεπιστημίου της Καινής Διαθήκης αρχικά στην Θεσσαλονίκη (1955-1968) και τελικά στην Αθήνα (1968-1985), διετέλεσε υπηρεσιακός Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών («Πρυτανεύων») το 1983 ως ο αρχαιότερος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώτος Πρόεδρος του νεοϊδρυμένου τότε Τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο-πλαίσιο 1268/1982.
Παράλληλα με την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία του ανέπτυξε συνεχή και συνεπή κοινωνική δραστηριότητα αρχικά ως κοινωνικός λειτουργός της Αρχιεπισκοπής Αθηνών στο Τμήμα Εκδόσεως Ταυτοτήτων για τους διωκομένους ελληνοεβραίους συμπολίτες μας κατά την Κατοχή, μετέπειτα κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο στην Διεθνή Κοινωνική Υπηρεσία ως αρμόδιος για την διανομή αμερικανικής βοήθειας σε ΄Ελληνες πρόσφυγες της Ρουμανίας σε συνεργασία με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών καθώς επίσης ως συνεργάτης της ΧΑΝ Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Δάσκαλος από γεννησιμιού του είχε το ταλέντο να εμπνέει την νεολαία και να διαλέγεται με την διανόηση, γι’ αυτό πρωτοστάτησε στην διοργάνωση σειράς σεμιναρίων νέων θεολόγων που κατέληγαν στο ετήσιο θερινό συνέδριο σε διαφορετικά σημεία της χώρας μας και την συνακόλουθη έκδοση των πρακτικών (1966-1973).

Ο μέντορας των βιβλικών σπουδών στην Ελλάδα

Ακάματος ερευνητής κατάφερε να αναδείξει κυριολεκτικά μιαν ολόκληρη γενιά ερμηνευτών της Καινής Διαθήκης στην Ελλάδα στελεχώνοντας πανεπιστημιακές θεολογικές σχολές και ιερατικά σχολεία. Ο Σάββας Αγουρίδης ήταν ο μέντορας των βιβλικών σπουδών στον τόπο μας, γεγονός που υπήρξε πρωτοφανές στην χώρα μας, αφού μάλιστα τόνιζε τον ιστορικό χαρακτήρα και την κοινωνική σημασία της Βίβλου για την εκκλησία σε ρητή αντίθεση με μυστικίζουσες και ψευδοησυχαστικές τάσεις στην μεταπολιτευτικά ανερχόμενη «νεορθοδοξία» με το νεοσυντηρητικό προσωπείο του εθνικισμού.
Ως συγγραφέας ο Σάββας Αγουρίδης κληροδότησε σε όλους μας έργο σοβαρό και στιβαρό τόσο με τα πολυσέλιδα επιστημονικά βιβλία του που ανέρχονται σε τριάντα (30) μονογραφίες και ανθολόγια δοκιμίων καθώς επίσης με την αρθρογραφία του σε καθημερινές εφημερίδες περιωπής όπως επίσης σε επιστημονικά περιοδικά διεθνούς κύρους, πανεπιστημιακές επετηρίδες και πρακτικά συνεδρίων που υπερβαίνουν τα διακόσια (200) δημοσιεύματα. Η θεματική του αφετηριάζεται στην Βίβλο (Υπόμνημα στις Επιστολές του Ιωάννη 1973, Η Αποκάλυψη του Ιωάννη 1978/1990, Ερμηνευτική των Ιερών Κειμένων 1979, Ιστορία των Χρόνων της Καινής Διαθήκης 1980, Τα Απόκρυφα της Παλαιάς Διαθήκης 1985, Τα Χειρόγραφα της Νεκρής Θάλασσας 1988, Τα Κοπτικά Κείμενα του Ναγκ Χαμαντί στην Αίγυπτο 1989 κ.ά.) και εξακτινώνεται στην σύγχρονη κοινωνική επικαιρότητα της θεολογίας (Η σύγχρονη χριστιανική σκέψη στην Αμερική 1952, Χριστιανισμός και Πολιτισμός 1958, Ο Κοινωνικός Χαρακτήρας της Ορθοδοξίας 1962, Εξαγοραζόμενοι τον καιρόν 1965, Από τη Φάτνη στο Μνημείο το κενό – Εκλαϊκευμένη Θεολογία 1973/1978, Η Θρησκεία των Σημερινών Ελλήνων 1983, Οράματα και Πράγματα 1991 κ.ά.).
Αποκορύφωμα του έργου όλης της ζωής του Σάββα Αγουρίδη ήταν η εκπόνηση μιας καινούργιας μετάφρασης της Καινής Διαθήκης στην ομιλούμενη νεοελληνική (δημοτική) γλώσσα με βάση τους κανόνες της σύγχρονης μεταφραστικής επιστήμης που επιτεύχθηκε στην μεταπολιτευτική περίοδο και συνάντησε λυσσαλέες αντιδράσεις από τον συντηρητισμό θρησκευτικών και νεορθόδοξων παραγόντων. Αρχικά επιχειρήθηκε από μεταφραστική ομάδα έξη πανεπιστημιακών ερμηνευτών υπό την αιγίδα της Βιβλικής Εταιρείας το 1985 και στη συνέχεια αναθεωρήθηκε χωρίς την συμμετοχή του Αγουρίδη το 1989 για να αμβλυνθούν οι επίσημες αντιδράσεις, γεγονός που πίκρανε τον πρωτεργάτη κι εμπνευστή του έργου αείμνηστο σήμερα πια δάσκαλο.
Δυο ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες του  ήταν μια συνεδριακή και μια άλλη εκδοτική. Η διοργάνωση του Β΄ Διεθνούς Συνεδρίου Ορθόδοξης Θεολογίας το 1976 στην Μονή Πεντέλης ήταν έργο του χαλκέντερου Αγουρίδη. Το γεγονός ενέχει ιδιάζουσα σημασία όχι μόνο για την αντιπροσωπευτικότητα των θέσεων ορθοδόξων θεολόγων παγκοσμίως αλλά και για το ότι το Α΄ Διεθνές Συνέδριο είχε συγκληθεί το 1936, δηλαδή σαράντα ολόκληρα χρόνια πριν, και για πρώτη φορά στα μεταπολεμικά χρόνια γινόταν απτή πραγματικότητα η σύγκληση επί το αυτό ολόκληρης της ορθόδοξης θεολογικής διανόησης, κι αυτό χάρη στον καθηγητή Σάββα Αγουρίδη. Η εκδοτική του πρωτοβουλία περιελάμβανε την νεοελληνική μετάφραση επίλεκτων βιβλίων ορθόδοξης και ετερόδοξης θεολογίας επιλεγμένων από την θεολογική οξυδέρκεια του αλησμόνητου δάσκαλου καθώς επίσης την κυκλοφορία του μοναδικού στα ελληνικά χρονικά εξειδικευμένου περιοδικού στην επιστημονική ερμηνεία της Βίβλου («Δελτίο Βιβλικών Μελετών») από το 1971.

Κοινωνικά δρώμενα θεολογικής αυτοσυνειδησίας

Δυσαρεστημένος εγκατέλειψε ο ρηξικέλευθος αυτός θεολόγος το εκδοτικό του εγχείρημα που εξετράπη σε ατραπούς ανεπιθύμητους για τον οραματιστή ιδρυτή του. Απογοητευμένος από τις άκαρπες προσπάθειες και τις αναποτελεσματικές απόπειρές  του για παρέμβαση στα εκκλησιαστικά, μεταφραστικά και εκδοτικά δρώμενα ο Σάββας Αγουρίδης αποσύρθηκε από την δημοσιότητα συνειδητά στην τελευταία δεκαετία του μακρόχρονου βίου του έχοντας το θλιβερό «προνόμιο» να ζει τον θάνατο των πνευματικών του γόνων. Ο ιδρυτής της λεγομένης «Σχολής Αγουρίδη» στην νεοελληνική θεολογία δεν ευτύχησε να δρέψει ο ίδιος τους καρπούς που με κόπο έσπειρε για μισόν αιώνα στην Ελλάδα. Όποιος θελήσει να δει με τα μάτια του την πεμπτουσία της σκέψης του Σάββα Αγουρίδη αρκεί να εγκύψει στο ανθολόγιο δοκιμίων του «Οράματα και Πράγματα» (1991) που συμπυκνώνουν τον πόνο του εβδομηντάχρονου τότε στοχαστή με τα πενήντα χρόνια συγγραφών. Ο τίτλος αντιπολιτεύεται θεολογικά τα τότε ευπώλητα από την εγχώρια νεορθοδοξία «Οράματα και Θαύματα» του Μακρυγιάννη που η ψευδοθεολογούσα αγορά διαστρέβλωνε σε «βίβλο του νεοσυντηρητισμού» στον τόπο μας. Αντί για εθνικιστικά οράματα και μυστικιστικά θαύματα ο Αγουρίδης απαιτούσε εσχατολογικά οράματα και βιβλικά πράγματα, δηλαδή κοινωνικά δρώμενα θεολογικής αυτοσυνειδησίας και ιστορικά σαρκώματα εκκλησιαστικής συνέπειας, όπως άλλωστε τονίζαμε τότε σε επίμαχα βιβλία μας (Μ. Μπέγζου, Το Μέλλον του Παρελθόντος, 1993 και: Ορθοδοξία ή Μισαλλοδοξία; 1996).
Τελικά ο Αγουρίδης δικαιώθηκε  με την στροφή που σημειώνεται στον 21ο αιώνα όπως καταγράφεται σε βιβλία του Στέλιου Ράμφου σαν «Το Χρονικό Ενός Καινούργιου Χρόνου» (1999), «Ο Καημός του Ενός» (2000) ή «Το Μυστικό του Ιησού» (2006) καθώς επίσης στο πόνημα του Χρήστου Γιανναρά «Ενάντια στη Θρησκεία» (2006). Αυτά τα μελετήματα προέρχονται από την πένα των ηγητόρων της νεορθοδοξίας στην Μεταπολίτευση, οι οποίοι σήμερα πια συνετίζονται ανακαλύπτοντας καθυστερημένα και πολύ μετά τον Αγουρίδη ό,τι ο ριζοσπάστης αυτός θεολόγος επεσήμαινε είκοσι χρόνια πρωτύτερα. Κάλλιο αργά παρά ποτέ! Άλλωστε τα στερνά τιμούν τα πρώτα… Ευτύχημα είναι ότι ο ακάματος δάσκαλός μας Σάββας Αγουρίδης έζησε να δει δημοσιευμένα τέτοια βιβλία των αντιρρησιών του που δικαιώνουν την θεολογική του σοφία, δηλαδή ότι η ιστορία και η κοινωνία είναι ο διπλός ορίζοντας της εκκλησίας ενάντια στον υπόρρητο ατομικισμό του δήθεν «νεοησυχασμού», όπως καταφαίνεται στον «Καημό του Ενός» και του τάχα αναχωρητισμού, όπως καταδηλώνεται στο «Ενάντια στη Θρησκεία».

* Καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας Πανεπιστημίου Αθηνών.


ΜΕ ΤΟ ΣΑΒΒΑ ΑΓΟΥΡΙΔΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΒΙΟΗΘΙΚΗΣ

Ένα ελευθεροποιό πνεύμα

Της
Μυρτώς Δραγώνα-Μονάχου*

Με θλίψη πληροφορήθηκα, κάπως αργά, το χαμό του πολύ αγαπητού συναδέλφου Σάββα Αγουρίδη. Προσωπικά είχα την τύχη να συναντήσω τον προικισμένο  θεολόγο και χαρισματικό ομιλητή εδώ και πολλά χρόνια, όταν διδάσκαμε και οι δύο στη ΧΕΝ Αθηνών, το παλαιότερο θρυλικό Αθήναιο. Δεν θα ξεχάσω τότε σε κάποια εκδρομή μας την υποβλητική ξενάγησή του στο μοναστήρι της Πάτμου και  την εμπνευσμένη  διάλεξή του για την Αποκάλυψη του Ιωάννου. Και θα μου μείνει αλησμόνητη η εισήγησή του σε ενδιαφέρον συνέδριο για την οικουμενικότητα στην Ελληνιστική εποχή στο Ρέθυμνο. Ο Σάββας Αγουρίδης είχε τη θεϊκή χάρη να συναρπάζει το ακροατήριό του με τη ζεστή, χαμηλών τόνων και  βελούδινη φωνή του, την απέραντη πολυσχιδή γνώση του  και τη βαθιά του στοχαστικότητα. Έτσι, χάρηκα ιδιαίτερα όταν πριν δέκα χρόνια βρεθήκαμε και πάλι μαζί στην  Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής.
Όπως είναι πάγια τακτική στις Επιτροπές Βιοηθικής, εκτός από τους νομικούς, τους γιατρούς, τους βιολόγους και άλλους εκπροσώπους των επιστημών της ζωής,  συμμετέχουν επίσης θεολόγοι και φιλόσοφοι. Κι αυτό γιατί τα καίρια ηθικά διλήμματα που προκύπτουν από τις ραγδαίες εξελίξεις των επιστημών  και της τεχνολογίας και συζητούνται στις επιτροπές βιοηθικής αφορούν τον άνθρωπο, τη φύση και το μέλλον του, και  έχουν σοβαρές φιλοσοφικές και θρησκευτικές καταβολές  και προεκτάσεις. Επειδή το πρώτο μεγάλο πρόβλημα για εμάς, εκπροσώπους των επιστημών του ανθρώπου,  ήταν να μυηθούμε από τους ειδικούς στα μυστικά της γενετικής και στις προόδους των βιοεπιστημών και της βιοτεχνολογίας και τις επιπτώσεις τους για τον άνθρωπο, ο αείμνηστος Σάββας Αγουρίδης, όπως ως ένα σημείο κι εγώ, ένιωθε στην αρχή σαν μαθητές. Κι επειδή ο λόγος μας λόγω  της ειδικότητάς μας ίσως θα περιέπλεκε ακόμη τα πράγματα, στην αρχή παρεμβαίναμε πολύ διστακτικά για να θέσουμε σε κάθε υπό συζήτηση πρόβλημα τη φιλοσοφική και τη θεολογική του διάσταση. Αργότερα γίναμε πιο τολμηροί αλλά και λόγω της σύνθεσης και λόγω της αξέχαστης προεδρίας του επίσης προικισμένου και επίσης πρόσφατα χαμένου Γιώργου Κουμάντου, υπήρχε αγαστή ομοφωνία στα περισσότερα θέματα και οι συζητήσεις μας ήταν εποικοδομητικές αλλά και απολαυστικές.
Όπως κι αν δούμε τη βιοηθική, που «ορίζεται πολλαχώς», για να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη, ο ρόλος της θεολογίας και της ηθικής φιλοσοφίας στα ζητήματα που πραγματεύεται είναι καίριος. Είτε τη δούμε ως  «σύνολο ερευνών, λόγων και πρακτικών γενικώς διεπιστημονικών, που αποσκοπούν να φωτίσουν ή να λύσουν τα ηθικά προβλήματα που προκύπτουν από την πρόοδο και την εφαρμογή των βιοϊατρικών τεχνο-επιστημών» ή είτε ως σύνολο κανόνων και αρχών που διασφαλίζουν την αξιοπρέπεια και την αυτονομία του ανθρώπινου προσώπου, είτε ως ηθική παρέμβαση  στις χρήσεις και προπαντός στις καταχρήσεις αρκετών επιτευγμάτων της βιοτεχνολογίας, οι μεταφυσικές παράμετροι είναι αδιαμφισβήτητες. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι πρώτοι οι θεολόγοι και οι φιλόσοφοι έδωσαν νέα διάσταση στην ιατρική ηθική στα μισά του περασμένου αιώνα και ο σπουδαιότερος ίσως ειδικός στη βιοηθική στις μέρες μας ο Tristram Engelhardt Jr. που προσπάθησε να θεμελιώσει τόσο την κοσμική όσο και τη Χριστιανική βιοηθική είναι γιατρός και θεολόγος. Και τα  περισσότερα από τα προβλήματα που είχαμε  να αντιμετωπίσουμε  άγγιζαν ποικίλες,  διαφορετικές  και ευαίσθητες θρησκευτικές και ηθικές πεποιθήσεις.
Ένας δογματικός θεολόγος ο οποίος ανάμεσα  σε θετικούς επιστήμονες θα έβλεπε τον εαυτό του ως τοποτηρητή του θεού, θα μπορούσε να κάνει την έτσι κι αλλιώς δύσκολη δουλειά μιας  επιτροπής βιοηθικής ακόμη δυσκολότερη. Ο Σάββας Αγουρίδης, ωστόσο, με το ανοιχτό μυαλό του και το φιλελεύθερο πνεύμα του, υπερασπιζόταν τη γνώμη του, που πήγαζε από βαθιά πίστη στο θεό και τον άνθρωπο, διαλεκτικά και πρέπει να είχε πάγιο οδηγό του   την ιπποκρατική αρχή του «ωφελείν και μη βλάπτειν», που καθοδηγεί ακόμη και σήμερα τους ειδικούς στη βιοηθική, έχοντας  πυξίδα του την ανάγκη ελάττωση του πόνου και της αδικίας, το καλό του ανθρώπου και το σεβασμό των δικαιωμάτων του. Δεν είναι τυχαίο ότι στο βιβλίο  που μου χάρισε και το διάβασα με μεγάλο θαυμασμό Τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Δυτικό κόσμο (1998)  εμφανίζεται ένθερμος υποστηρικτής των ανθρώπινων δικαιωμάτων.  Με νηφαλιότητα και αίσθημα δικαιοσύνης  ανιχνεύει  τις ρίζες των δικαιωμάτων στο αρχαιο-ελληνικό κόσμο και το χριστιανισμό, αναγνωρίζει ωστόσο την κεφαλαιώδη συμβολή της Δύσης στη διαμόρφωση και την επικράτηση της ιδέας τους.
Ο Σάββας Αγουρίδης ήταν ένα ελεύθερο και ελευθεροποιό πνεύμα. Σε όσους είχαμε την τύχη να συνεργαστούμε μαζί του θα μας λείψει πολύ η σοφία, η καλοσύνη και η βαθιά ανθρωπιά του.

* Ομότιμη καθηγήτρια Φιλοσοφίας των Πανεπιστημίων Αθηνών και Κρήτης

http://www.epohi.gr

Σχολιάστε