Ο Ανδρέα Μεταξάς, επικεφαλής των Επτανησίων στη Μάχη του Λάλα

Μία από τις πρώτες νικηφόρες μάχες των επαναστατημένων Ελλήνων στην Πελοπόννησο.

 

Το Λάλα είναι χωριό της ορεινής Ηλείας στο όρος Φολόη («Λαλαίος» ο κάτοικος του και «Λαλιώτης» ο καταγόμενος από αυτό). Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας το κατοικούσαν εξισλαμισμένοι Αλβανοί, οι οποίοι είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος ολόκληρης της Πελοποννήσου με τη μεγάλη οικονομική και στρατιωτική δύναμη που διέθεταν. Κατά γενική ομολογία ήταν τα «καλύτερα ντουφέκια του Μωριά».

Στην αρχή της Επανάστασης του ’21, οι Λαλαίοι θεωρήθηκαν απειλή για την πορεία του Αγώνα. Γι’ αυτό το λόγο, οι οπλαρχηγοί της Γορτυνίας ίδρυσαν στην ευρύτερη περιοχή στρατόπεδο για να αποτρέψουν τη φυγή τους προς την Τριπολιτσά, την πρωτεύουσα της Πελοποννήσου, η οποία αποτελούσε τον κύριο στόχο των επαναστατών.

Στο στρατόπεδο των Ελλήνων επικρατούσαν δύο απόψεις όσον αφορά την αντιμετώπιση των Λαλαίων. Οι Επτανήσιοι, οι οποίοι αποτελούσαν την πιο οργανωμένη στρατιωτική δύναμη, ήθελαν να επιτεθούν αμέσως εναντίον τους, ενώ οι ντόπιοι προτιμούσαν να περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία.

Από την πλευρά τους, οι Λαλαίοι προσπάθησαν να κερδίσουν χρόνο και να διασπάσουν το ελληνικό στρατόπεδο, κυκλοφορώντας φήμες ότι ήταν έτοιμοι να παραδοθούν. Στις 2 Ιουνίου 1821 ο κεφαλλονίτης Παναγής Μεσσάρης τους μετέφερε επιστολή των Επτανησίων αρχηγών Κωνσταντίνου και Ανδρέα Μεταξά, Ευαγγέλη Πανά, Παναγιώτη Στρούζα, Μιχαήλ Κουτουφά και Διονυσίου Σαμπρικού, που τους καλούσαν να καταθέσουν τα όπλα.

Οι Λαλαίοι άρχισαν να κωλυσιεργούν, υποστηρίζοντας ότι την όποια απόφαση θα έπρεπε να πάρουν οι αρχηγοί τους, οι οποίοι απουσίασαν από το χωριό. Τότε οι επαναστάτες αποφάσισαν να δράσουν και να τους επιτεθούν από τρία σημεία, με επικεφαλής τον Γεώργιο Πλαπούτα, τους αδελφούς Μεταξά και τον Γεώργιο Σισίνη. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Πρόδρομος και πρωτεργάτης του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο Αντώνιος Κυριαζής ή Κυρίτζης -όπως ήταν το πραγματικό όνομά του- γεννήθηκε το 1757 στο Βελεστίνο της Μαγνησίας. Ο ίδιος προτίμησε να χρησιμοποιεί ως επώνυμο αυτό της γενέτειράς του, ενώ οι έλληνες διανοούμενοι που ζούσαν στην εξορία τον αποκαλούσαν Φεραίο, επειδή στην αρχαιότητα η πόλη του ονομαζόταν Φεραί.

Ο νεαρός Ρήγας εγκατέλειψε το Βελεστίνο πολύ νωρίς, αφού πρώτα πήρε την βασική του μόρφωση. Το 1785 πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου συνέχισε τις σπουδές του κι εντάχθηκε στο περιβάλλον των Φαναριωτών, ενώ το 1788 εγκαταστάθηκε στη Βλαχία ως διοικητικός υπάλληλος.

Στα χρόνια που ακολούθησαν διακρίθηκε ως λόγιος και συγγραφέας. Το 1790 και το 1796 ταξίδεψε στη Βιέννη για να τυπώσει τα βιβλία του, μεταξύ αυτών το «Σχολείο των ντελικάτων εραστών», το «Φυσικής Απάνθισμα», ο «Ηθικός Τρίποδας» και ο «Ανάχαρσις».

Ως κορυφαίο έργο του, πάντως, θεωρείται η «Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικράς Ασίας, των Μεσογείων Νήσων και της Βλαχομπογδανίας» που περιείχε:

Η αξέχαστη «φωνακλού», με την επιβλητική παρουσία, γεννήθηκε το 1907 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου και στη Δραματική Σχολή του Πειραϊκού Συνδέσμου, όπου σπούδασε ρυθμική και μπαλέτο!

Ξεκίνησε την καριέρα της συμμετέχοντας στους μεγαλύτερους θιάσους της εποχής: Νέζερ, Κατερίνας, Λαμπέτη – Χορν, Εθνικό κλπ. Οι κινηματογραφικές επιτυχημένες εμφανίσεις της πολλές: «Η λύκαινα» (1951), «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954), «Συνοικία το όνειρο» (1961), «Η χαρτοπαίχτρα» (1964), «Δημήτρη μου, Δημήτρη μου» (1967) και «Αχ! αυτή η γυναίκα μου» (1967), με τα ιστορικά «μπουρλοοότο» και το «εδώ γίνονται Σόδομα και Γόμορα».

Από τις σημαντικότερες στιγμές της καριέρας της ήταν η συμμετοχή της στη «Φιλουμένα Μαρτουράνο», με πρωταγωνίστρια τη θεϊκή Έλλη Λαμπέτη, αλλά και η θρυλική «Πορνογραφία» του Μάνου Χατζιδάκι, που αποτέλεσε και το κύκνειο άσμα της. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Ήταν η πρώτη μεγάλη διάκριση για το ελληνικό ποδόσφαιρο σε επίπεδο εθνικών ομάδων. Με την επιτυχία αυτή να αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις, αν λάβουμε υπόψη ότι στην τελική φάση της διοργάνωσης που διεξήχθη στα γήπεδα της Ιταλίας έλαβαν μέρος μόνο 8 ομάδες.

Το ελληνικό ποδόσφαιρο βγήκε από την αφάνεια τη δεκαετία του ’70 και ακούστηκε διεθνώς με τις επιτυχίες του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ στα Κύπελλα Ευρώπης. Να θυμίσουμε τη συμμετοχή των πρασίνων στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 και την παρουσία της ΑΕΚ στα ημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ την περίοδο 1976 – 1977. Καιρός ήταν να τις ακολουθήσει και η εθνική ομάδα.

Με τη σκέψη αυτή μπήκαν στην προκριματική φάση του Κυπέλλου Εθνών Ευρώπης 1980, όπως ονομαζόταν τότε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, οι διεθνείς μας και ο προπονητής τους Αλκέτας Παναγούλιας, με αντιπάλους τη Σοβιετική Ένωση, την Ουγγαρία και τη Φιλανδία. Ο όμιλός μας δεν ήταν ούτε εύκολος ούτε και δύσκολος. Οι Σοβιετικοί είχαν σπουδαίους παίκτες, αλλά όχι αξιόπιστη ομάδα. Η Ουγγαρία είχε παρελθόν, αλλά όχι παρόν, και η Φιλανδία ήταν ο εύκολος αντίπαλος, όπως πιστεύαμε. Ο πρώτος του ομίλου θα πήγαινε στην Ιταλία. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

 

Η «μήνις» του Αχιλλέα.

Ο Τρωικός πόλεμος στην ελληνική μυθολογία ήταν μια δεκαετής πολεμική σύγκρουση, των Ελλήνων (Αχαιοί ή Αργείοι ή Δαναοί στον Όμηρο) με τους Τρώες κάτω από τα τείχη της Τροίας. Η κύρια αφορμή του πολέμου ήταν η αρπαγή τηςΕλένης, της συζύγου του βασιλιά της Σπάρτης, Μενέλαου, από τον πρίγκιπα της Τροίας Πάρι. Ο πόλεμος αυτός είναι από το κύρια γεγονότα της Ελληνικής Μυθολογίας και αποτέλεσε πηγή αστείρευτης έμπνευσης για την αρχαία ελληνική λογοτεχνία, συμπεριλαμβανομένων και των έργων του Ομήρου: της Ιλιάδας, που εξιστορεί ένα χρονικό διάστημα από το τελευταίο έτος του πολέμου και της Οδύσσειας, που εξιστορεί το ταξίδι της επιστροφής στη πατρίδα του Οδυσσέα, ενός από τους Αχαιούς ηγέτες. Άλλα γεγονότα, σχετικά με τον Τρωικό πόλεμο περιγράφονται στον τρωικό επικό κύκλο, από τον οποίο έχουν διασωθεί μόνο μικρά αποσπάσματα. Γεγονότα του πολέμου ενέπνευσαν επίσης την αρχαία ελληνική τραγωδία, την λατινική λογοτεχνία (Αινειάδα του Βιργίλιου) και πολυάριθμα νεώτερα έργα λογοτεχνίας, εικαστικών τεχνών και μουσικής (βλ. κεφ. 5 Τέχνες).

Τα αίτια του πολέμου ανάγονται στην θεϊκή διαμάχη μεταξύ Αθηνάς, Ήρας και Αφροδίτης, την οποία προκάλεσε η Έριδα δίνοντάς τους ένα χρυσό μήλο με την αναγραφή στην ομορφότερη (τη καλλίστῃ) . Ο Δίας θέλοντας να δώσει λύση στην διαμάχη για το ποια αξίζει το μήλο, τις παρέπεμψε στον Τρώα πρίγκιπα Πάρι, που επέλεξε την Αφροδίτη. Ως ανταμοιβή για την κρίση του, η Αφροδίτη τον αντάμειψε κάνοντας την Ελένη την πιο όμορφη θνητή γυναίκα, να τον ερωτευθεί και να τον ακολουθήσει στην Τροία. Αμέσως μετά την αρπαγή της, ο Αγαμέμνονας, ο βασιλιάς των Μυκηνών και αδελφός του άντρα της Ελένης, Μενέλαου, ηγήθηκε γενικευμένης εκστρατείας των Ελλήνων και πολιόρκησε την Τροία για δέκα χρόνια. Μετά τον θάνατο πολλών ηρώων, όπως του Αχιλλέα και του Αίαντα του Τελαμώνιου καθώς και των Τρώων, Έκτορα και Πάρι, η πόλη αλώθηκε χάρη στο τέχνασμα του Δούρειου Ίππου. Η κατάληψη της πόλης από τους Αχαιούς συνοδεύτηκε από σφαγή και ολοσχερή της καταστροφή καθώς και από βεβήλωση των ιερών. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε την οργή των θεών, οι οποίοι εκδικήθηκαν πολλούς από τους επιζήσαντες Αχαιούς Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Για τη σφαγή του Διστόμου γράφτηκαν αρκετά βιβλία και θα γραφτούν ακόμα πολλά. Η προσέγγισή μας θα ήταν ελλειπής αν στηριζόταν αποκλειστικά σε κάποιο ή σε κάποια από αυτά. Προτιμήσαμε την αφηγηματική, παραστατική και συνάμα βασισμένη στα κεντρικά γεγονότα,  προσέγγιση του παρακάτω υλικού που είναι αποσπάσματα από το κείμενο που συνέγραψε ο Διστομίτης Στάθης Σταθάς, με την ευκαιρία κυκλοφορίας τριπτύχου για τα πενηντάχρονα της σφαγής του Διστόμου, το 1994.


«…Στις 10 Ιουνίου 1944 ο τόπος μας γνώρισε μία από τις αγριότερες σφαγές που έγιναν ποτέ στον κοσμο. Διακόσιοι δεκαοκτώ συμπολίτες μας θανατώθηκαν απο τους Ναζί του Χίτλερ χωρίς να μάθουν ποτέ το γιατί.
 Ανάμεσα σ’αυτούς ανήμποροι γέροι, έγκυες γυναίκες, αβάπτιστα μωρά πρόσφεραν το αίμα τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας, την ειρήνη, τον πολιτισμό. «

ΙΣΤΟΡΙΚΟ – Σάββατο 10 Ιουνίου 1944.

Τα νέα από το μέτωπο ήταν καλά.
Ξημέρωνε μια ακόμα μέρα εργασίας και ελπίδας. Η μέρα της λευτεριάς και της ειρήνης κοντοζύγωνε. Τέσσερις μέρες πρίν, στις 6 Ιουνίου, οι σύμμαχοι είχαν αποβιβαστεί στη Νορμανδία. Οι Γερμανοί κατακτητές βλέπονιας να φτάνει το τέλος της αυτοκρατορίας τους καταλαμβάνονται από αμόκ καταστροφής. Βγάζουν διαταγές γενοκτονίας.

«Ένας Γερμανός σκοτωμένος – πενήντα Ελληνες, δέκα Γερμανοί – ένα χωριό»
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Κατά την πολιορκία της Ακρόπολης, το 1822, από τους επαναστατημένους Έλληνες, αναφέρεται ένα περιστατικό με πρωταγωνιστή τον αρχαιολόγο Κυριάκο Πιττάκη. Αντιγράφεται το κείμενο, έτσι όπως βρίσκεται σήμερα δημοσιευμένο σε πολλές ελληνικές ιστοσελίδες:

Κατά τη διάρκεια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, την Ακρόπολη πολιορκούσαν ή υπερασπίζονταν διαδοχικά οι Έλληνες και οι Τούρκοι, με αποτέλεσμα να υποστεί ορατές ακόμα και σήμερα ζημίες. Τότε διαδραματίστηκε ένα άγνωστο σχεδόν εκτός συνόρων επεισόδιο. Κατά τη χρονική περίοδο 1821-1822, τους Τούρκους που είχαν κλειστεί στα τείχη, πολιορκούσαν οι εξεγερμένοι Έλληνες με αρχηγό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο.

Στην πολιορκία της Ακρόπολης, λίγο πριν αρχίσει ο βομβαρδισμός (11 Μαρτίου 1822), η Ελληνική Κυβέρνηση συνιστούσε «προσοχή» στον επικεφαλής Γερμανών φιλελλήνων, Γάλλο συνταγματάρχη Ολιβιέ Βουτιέ: «…μη λησμονήτε», υπεδείκνυε, «ότι μέσα εις το Κάστρον περικλείονται αυτά τα πολύτιμα λείψανα της αρχαιότητος, οπού ο πανδαμάτωρ χρόνος δεν ημπόρεσε να εξαφανίση· συνιστώμεν εις την αγάπην σας προς το ωραίον τα αριστουργήματα των προγόνων μας. Είθε η αιγίς της Αθηνάς να προφυλάξη τον ναόν της»…

Η επιχείρηση τραβούσε σε μάκρος και η έκβασή της ήταν αμφίρροπη. Αναπόφευκτη συνέπεια ήταν να εξαντληθούν όχι μόνον οι προμήθειες, αλλά και τα πολεμοφόδια των υπερασπιστών της τελευταίας θέσης που διατηρούσαν οι οθωμανικές αρχές σε ολόκληρη την Αττική. Τότε ήταν που ο νέος αγωνιστής -και αργότερα πρώτος Έφορος Αρχαιοτήτων-, ο Κυριάκος Πιττάκης, διέκρινε τους Τούρκους στρατιώτες τη στιγμή που ήταν έτοιμοι να σπάσουν τις κολόνες του Παρθενώνα, προκειμένου να αφαιρέσουν το μολύβι που τους έλειπε, αλλά που υπήρχε σε ικανές ποσότητες στα σφραγίσματα, στο κέντρο των σφονδύλων των κιονόκρανων. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Έλληνας μουσουργός της επτανησιακής σχολής, που έγραψε κυρίως όπερες. Υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής στην Ελλάδα του 19ου αιώνα και με επιτυχημένη παρουσία στην Ιταλία.

Ο Παύλος Καρρέρ ή Καρρέρης γεννήθηκε στις 12 Μαΐου 1829 στην αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθο και ήταν γόνος οικογένειας γαιοκτημόνων του νησιού. Σπούδασε μουσική στη γενέτειρά του (1846-1847), την Κέρκυρα με τον Νικόλαο Μάντζαρο (1848) και στο Μιλάνο (1850). Το 1852 παρουσίασε την πρώτη του όπερα με τίτλο Δάντης και Βεατρίκη στο θέατρο του Μιλάνου Καρκάνο. Ακολούθησαν στο ίδιο θέατρο τα έργα Ισαβέλλα Ασπένα (1855) και Λα Ρεντιβίβα (1856).

Στο Μιλάνο άρχισε να γράφει την όπερα Μάρκος Μπότσαρης, το πρώτο έργο του από τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, μολονότι το λιμπρέτο γράφτηκε στα ιταλικά και αργότερα μεταφράστηκε στα ελληνικά. Το 1858 παρουσίασε αποσπάσματα από την όπερά του αυτή στην Αθήνα ενώπιον του βασιλιά Όθωνα. Οι αγγλικές αρχές κατοχής τού απαγόρευσαν το ανέβασμα του έργου στη Ζάκυνθο, επειδή, λόγω του θέματός του, φοβήθηκαν φιλελληνικές εκδηλώσεις στα Επτάνησα. Το έργο στην ολοκληρωμένη μορφή του έκανε πρεμιέρα στην Πάτρα το 1861 και ακολούθησε το ανέβασμά του στην Αθήνα το 1876.

Ακολούθησαν δύο ακόμη όπερες του Καρρέρ, με σύγχρονα ελληνικά θέματα: Η κυρά Φροσύνη (1868) και η μονόπρακτη Δέσπω, η ηρωίς του Σουλίου (1875), η πρώτη του με ελληνικό λιμπρέτο. Το μελοδραματικό έργο του συμπληρώνουν τα έργα Φιορ Ντι Μαρία (1867), Μαρία Αντουανέτα (1873), Κόντε Σπουργίτης και κατά πολλούς το αριστούργημά του Μαραθών – Σαλαμίς (1886), που έκανε πρεμιέρα μόλις στις 19 Φεβρουαρίου 2003, στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Στρατιωτικός, λόγιος και αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου του 1792 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν πρωτότοκος γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη. Ανατράφηκε σε περιβάλλον που διαπνεόταν από έντονο πατριωτισμό κι έλαβε εκλεκτή μόρφωση.

Στην Πετρούπολη, όπου ακολούθησε τον πατέρα του, φοίτησε στη Σχολή του Σώματος των Βασιλικών Ακολούθων και στη συνέχεια υπηρέτησε στα σώματα της αυτοκρατορικής φρουράς. Διακρίθηκε στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα, ενώ στη μάχη της Δρέσδης, στις 27 Αυγούστου 1813, έχασε το δεξί του χέρι.

Τον Μάρτιο του 1820 ο Εμμανουήλ Ξάνθος του πρόσφερε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας. Την αποδέχθηκε στις 12 Απριλίου, αφού πρώτα έγιναν δεκτοί οι όροι που έθεσε, και αμέσως άρχισε την οργάνωση του σχεδίου για την έναρξη της Επανάστασης από την Πελοπόννησο.

Όμως, με την ενθάρρυνση του Ιωάννη Καποδίστρια πείσθηκε ότι έπρεπε να επισπεύσει την προπαρασκευή της και τον Ιούνιο του 1820 εγκαταστάθηκε στη Οδησσό. Πέρασε τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και δύο μέρες αργότερα ύψωσε τελικά τη σημαία της Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, όπου απαγορευόταν η παραμονή του τουρκικού στρατού. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Ο Ιερός Λόχος ήταν στρατιωτικό σώμα που ιδρύθηκε από τον πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη στη Φωξάνη, πόλη στα όρια της Μολδαβίας με τη Βλαχία, στα μέσα Μαρτίου του 1821 και συγκροτήθηκε από εθελοντές σπουδαστές των ελληνικών παροικιών της Μολδοβλαχίας και της Οδησσού, κυρίως. Ήταν η πρώτη οργανωμένη στρατιωτική μονάδα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και του ελληνικού στρατού γενικότερα. Ο Υψηλάντης πίστευε πως οι νεαροί αυτοί θα μπορούσαν να αποτελέσουν την ψυχή του στρατού του. Γι’ αυτό τους ονομάτισε από το κλασικό όνομα του Ιερού Λόχουτων Θηβών.

 

Δομή – οργάνωση

Ο Πρίγκιπας Α. Υψηλάντης, ιδρυτής του Ιερού Λόχου, πίνακας του Εσς στη Στοά του Μονάχου

Στη Φωξάνη, μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης των Ιερολοχιτών οργανώθηκε μεγαλοπρεπής τελετή ορκωμοσίας, κατά την τσαρική εθιμοτυπία. Αμέσως μετά την ορκωμοσία ο Αλέξανδρος Υψηλάντης μίλησε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό και παρέδωσε τη Σημαία του Ιερού Λόχου στον αρχηγό του Λόχου Γεώργιο Καντακουζινό. Στη συνέχεια οι Ιερολοχίτες παρέλασαν με βήμα στρατιωτικό τραγουδώντας πολεμικό θούριο που είχε συγγράψει ο 20 χρόνια πριν ο Αδαμάντιος Κοραής για την «Ταξιαρχία των Ακροβολιστών της Ανατολής» του Βοναπάρτη που πολεμούσε στην Αίγυπτο και στην οποία ταξιαρχία συμμετείχαν Έλληνες. Στους πρώτους 120 ιερολοχίτες προστέθηκαν και άλλοι αργότερα φτάνοντας τους 400, ενώ η οργάνωση του σώματος αυτού ολοκληρώθηκε στο Τιργοβίτσι. .

Στολή

Οι άνδρες του Ιερού Λόχου ήταν πεζοί και ιππείς εφοδιασμένοι με καραμπίνες και ξιφολόγχες. Έφεραν στολές, όπως γράφει και στην ιστορία του, ο ιστορικός Φιλήμων, που αποτελούσε μίγμα ελληνικής και ευρωπαϊκής στολής, από μαύρο ύφασμα, καλούμενοι εξ αυτού μελανοφόροι ή μαυροφόροι, φέροντας επίσης στο μαύρο πηλίκιο τρίχρωμο λοφίο, (ως εθνόσημο), κάτω από το οποίο υπήρχε η φράση Ελευθερία ή Θάνατος και το σήμα της νεκροκεφαλής με χιαστί οστά σαν σύμβολο της νίκης πάνω στον θάνατο.

Σημαία   Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »